«Η μεγάλη Πρασιάδα λίμνη, τότε, έβρεχε την Ελευθερούπολη (Πράβι) και τα νερά της έφταναν μέχρι τον Αμυγδαλεώνα, χτυπούσαν πάνω στα τείχος της πόλης των Φιλίππων και έκαναν παραλίμνιο το Καλαμπάκι. Η αγαπημένη γραφική Ιολιανή λίμνη των Ρωμαίων έγλυφε με τα δροσερά νερά της τα πόδια του Ματίκιου όρους, του σημερινού Παγγαίου και τα απόνερα της σχημάτιζαν θανατηφόρα έλη γύρω από το καλυβοχώρι Καλαμπάκι, ενώ ήταν πλημμυρισμένο το σημερινό χωριό της Μαυρολεύκης και δεν υπήρχαν στο χάρτη τα χωριά Βαλτοχώρι και Νεροφράκτης, μέχρι τη Μαυρολεύκη και το Φωτολείβος.
Μια λίμνη εξαιρετικά θεαματική και απέραντη. Αλλά και μια λίμνη κυρίαρχη πάνω στο μεγάλο κάμπο της Ηδωνίδας χώρας με το ήρεμο υγρό μεγαλείο της από την ομίχλη των προϊστορικών χρόνων. Τις όχθες της λίμνης κάλυπταν τεράστιοι καλαμιώνες και πλατύφυλλα αιωνόβια δένδρα.»
Η Πρασιάδα στη διαδρομή των αιώνων επηρεάστηκε και δοκιμάστηκε από παρατεταμένες ξηρασίες, από σεισμούς, από επιχώσεις χειμάρρων, από πλημμύρες και από παρεμβάσεις των Μακεδόνων βασιλέων, του Φιλίππου Β’ (359-336 π.Χ.) αλλά και του γιου του Μ. Αλεξάνδρου (336-323 π.Χ.).
Άλλωστε ίχνη των εργασιών εκτροπής και μερικής αποξήρανσης της λίμνης, που επιχείρησαν οι Μακεδόνες βασιλείς, εντοπίστηκαν στα νότια του ποταμού Αγγίτη και πολύ κοντά στο χωριό Συμβολή, στην έξοδο της σημερινής σήραγγας. Ο Σερ Τζον Ντέιβιντσον, Sir John Davidson (1885-1970) Βρετανός κλασικός αρχαιολόγος εντόπισε μια επιγραφή που χρονολογείται από την εποχή του Μ. Αλεξάνδρου κι αναφέρει την προσπάθεια η οποία έγινε τότε, προκειμένου να αποξηράνουν την νοσογόνο, από τα πολλά έλη, λίμνη. Η επιγραφή εκτίθεται στο μουσείο της Καβάλας.
Τα μόνιμα βαθιά νερά της λίμνης ξεπερνούσαν τα 116 χιλιάδες στρέμματα κι άλλα 43 χιλιάδες στρέμματα ξηράς κατακλύζονταν για οκτώ μήνες το χρόνο από την εισβολή των ανοιξιάτικων και φθινοπωριάτικων βροχοπτώσεων καθιστώντας τη γη άγονη. Σε ποσοστό 42% της επιφάνειας του, ο σημερινός κάμπος, ήταν απαγορευμένος στη γεωργική καλλιέργεια κι εκμετάλλευση.
Ο Νικησιανιώτης συγγραφέας Τριαντάφυλλος Ράντσιος, ο οποίος ευτύχισε να χαρεί τα διάφανα νερά της Πρασιάδας λίμνης, γράφει.
«Οι κάτοικοι της Νικήσιανης ασχολούνταν με το ψάρεμα στη Βάλτα. Είχε πολύ καλά ψάρια, κυρίως μικρόψαρα, αγριβάδια και τούρνες κι ολίγα χέλια και γουλιανούς. Οι κάτοικοι επίσης ασχολούνταν με τις ψάθες. Ένα ειδικό χόρτο που φύτρωνε στη λίμνη. Κι εκτός από τις σπιτικές ανάγκες στρώνανε τις ψάθες και στα δωμάτια, αντί για χαλιά.»
Τόσο όμορφα και πλουμιστά ήταν!… Και συνεχίζει. «Και τροφοδοτούσαν με χαλιά όλα τα χωριά του κάμπου κι έφταναν, τα έργα των χεριών τους, μέχρι το Νευροκόπι και την Άνω Βροντού. Επίσης χρησιμοποιούσαν τις ψάθες για να σκεπάσουν τον καπνό, αλλά ήταν χρήσιμες και στην επεξεργασία του καπνού, στην συσκευασία και στην δεματοποίηση του, καθώς και σαν περιτύλιγμα στις ντάνες, προκειμένου να τις κάνουν εξαγωγή σε όλο τον κόσμο.»
Και κλείνει λέγοντας. «…η Βάλτα ήταν και εστία κουνουπιών… έκανε θραύση η θέρμη… όλα τα σπίτια είχαν ξάπλα ένα δύο άτομα το καλοκαίρι.»
Και βέβαια η λίμνη ήταν «από τις τριάντα αποδοτικότερες σε αλιεύματα λίμνες της χώρας και στην οποία υπηρετούσαν πολλοί υπάλληλοι του κράτους οι οποίοι με την επιμελημένη δουλειά τους διασφαλίζουν τα δικαιώματα του Δημοσίου. Ήταν επόπτες, ζυγιστές, εισπράκτορες, φύλακες, κλπ.». Μόνο «το 1915 τα έσοδα του Δημοσίου ήταν 16.500 χρυσές δραχμές.»
Τα πλούσια αλιεύματα της Πρασιάδας λίμνης εντυπωσίασαν τους πρώτους Τούρκους αποίκους οι οποίοι αυθόρμητα μετονόμασαν την Πρασιάδα λίμνη σε Μπερεκετλή-Γκιόλ, δηλαδή λίμνη της αφθονίας και την παραλίμνια ψαρόπολη, την κωμόπολη Δάτον, σε Μπερεκετλή.
Και βέβαια η Πρασιάδα λίμνη είναι πράγματι ήταν από τις μεγαλύτερες λίμνες της Μακεδονίας και της Θράκης. Φανταστείτε ότι, μετά από χιλιάδες χρόνια πολλαπλών επεμβάσεων, πριν ακόμη παραδοθεί για αποξήρανση στις τεράστιες Αμερικανικές εταιρείες ΜΟΝΚΣ και ΟΥΛΕΝ, όταν μετρήθηκε, έφτανε τις 159 χιλιάδες στρέμματα. Ολόκληρος δε ο κάμπος υπολογίστηκε σε 380 χιλιάδες στρέμματα. Από ευρήματα στις πλαγιές της Καλλιθέας και του σημερινού Παγγαίου όρους έχουμε χαλκάδες με τους οποίους έδεναν οι κάτοικοι, τον παλιό καιρό, τις βάρκες και τις σχεδίες τους. Κι αυτό, γιατί κάποτε η λίμνη φαίνεται ότι έφτανε πολύ ψηλά μέχρι και εκεί, πάνω στις πλαγιές.
Η λίμνη είχε κατακλείσει όλο τον απέραντο Δραμινό κάμπο. Όμως παράλληλα με τον πλούτο της σε αλιεύματα είχε καταντήσει και προβληματική για την ζωή των κατοίκων όλης της Βάλτας από την θανατηφόρα ελονοσία, κάθε ξηρό καλοκαίρι.
Η αποξήρανση της Βάλτας
Την Άνοιξη του 1930 ξεκίνησαν οι εργασίες αποξήρανση της Βάλτας, όπως την έλεγαν οι Έλληνες ραγιάδες, ή Ιολιανή όπως την ονόμασαν οι Ρωμαίοι και Μπερεκετλή Γκιόλ οι Τούρκοι. Με πολύ μεγάλες δυσκολίες οι δυο ξένες εταιρίες ΜΟΝΚΣ και ΟΥΛΕΝ αποπεράτωσαν το μεγάλο έργο την 10ετία του 1930 αφού υπέγραψαν σύμβαση με την Κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου το 1929. Ο προϋπολογισμός και η συμφωνία αφορούσε και τα δύο μεγάλα υδραυλικά έργα κι ανέρχονταν στο ποσό των 17 εκατομμυρίων δολαρίων.
Οι Αμερικάνικες τεχνικές εταιρίες ΜΟΝΚΣ και ΟΥΛΕΝ δούλευαν με την ίδια σύμβαση και για τα δυο έργα, δηλαδή και στον κάμπο της Δράμας και στον κάμπο των Σερρών.
Το πολυδύναμο πλοίο-βορβοροφαγάνα, η γνωστή βυθοκόρος, το οποίο θα χρησιμοποιούσαν οι Αμερικανικές εταιρείες στο έργο, θα έρχονταν από κατασκευαστική Γερμανική εταιρεία, το εργοστάσιο «Λουμπέκερ» και συμφωνήθηκε από το Ελληνικό κράτος, την αξία του να την εξοφλήσει το Γερμανικό Δημόσιο, από τις επανορθώσεις-αποζημιώσεις οι οποίες οφείλονταν στην Ελλάδα από τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Όταν έφτασαν στη χώρα μας οι τεχνικοί της Γερμανικής εταιρίας για να συναρμολογήσουν το πλοίο – μαμούθ, το εργοτάξιο στήθηκε κοντά στις κτιριακές εγκαταστάσεις των Αμερικανών, λίγο έξω από το χωριό Συμβολή. Οι πιο πολλοί Γερμανοί τεχνικοί ήταν βετεράνοι του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στην περιοχή Κούροβος έφτιαξαν έναν ταρσανά (tersane=νεώριο, ναυπηγείο) κι άρχισαν να συναρμολογούν το τεράστιο πλωτό μεγαθήριο.
Ήταν επόμενο, όπως γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις, να αναζητήσουν ντόπιους ικανούς τεχνίτες, μηχανικούς, ηλεκτρολόγους, ναυπηγούς, κλπ. Ύστερα όλοι μαζί ρίχτηκαν στην επιχείρηση για το μοντάρισμα του πλοίου. Δεν άργησε να καθελκυστεί με τις ευχές, τις ζητωκραυγές και τα γλέντια Ελλήνων και Γερμανών τεχνικών και το πλοίο έπεσε με ζήτω κραυγές και επευφημίες στη λίμνη. Και το όνομα αυτού «ΔΡΑΜΑ».
Το πλωτό αυτό τέρας με τα ατσάλινα ύφαλα διέθετε τέσσερες πετρελαιοκινητήρες. Ένα των οχτακόσιων ίππων, ένα των εξακοσίων και δυο από εκατό ίππους ο καθένας. Είχε κι όλα τα σκαπτικά μηχανήματα γύρω-τριγύρω του. Ένα μηχανικό τέρας στα ήρεμα και μυστηριακά νερά της Πρασιάδας λίμνης.
Δημιούργησαν σήραγγα, μέσα από την οποία μεταφέρονταν τα νερά της λίμνης στον ποταμό Αγγίτη και έφταναν στον Στρυμόνα.
Κατασκευάζεται το φράγμα στην περιοχή της Συμβολής. Προχωρούν εργασίες κατασκευής του φράγματος.
Το φράγμα τελείωσε, όπως είναι σήμερα.